ο προσωπικός διπροσωπισμός μου

με την μάσκα μου για ατου μου να κοιτώ με τα πλαστικά μου μάτια τα πλαστικά μάτια της μάσκας του εχθρού μου

Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2013

αλλιώς μην...



Αντίσταση;
 Η ποίηση δεν είναι αντίσταση
Δεν είναι η αντίσταση.

Δεν είναι η ποίηση που θα σπάσει τα κεφάλια των νεοναζί.
Ούτε αυτή που θα κατέβει σε πορείες.
Που θα μπει στο κρατητήριο
Και θα νιώσει το τέιζερ στο πετσί της
Που θα έχει πτυσσόμενο καβάτζα μαζί της στην πλατεία και
Που θα κοιτά πίσω της όταν πάει σπίτι το βράδυ.

Δεν θα πάρει η ποίηση τους φασίστες από πίσω
Δεν θα είναι η ποίηση που θα γράψει τις πινακίδες του λίτη.
Δεν βαρά η ποίηση περιφρουρήσεις
Ούτε μπαίνει σε άδεια σπίτια πρώτη.

Η ποίηση για να είναι αντίσταση
Πρέπει να γράφεται πάνω σε πέτρες
Σε λοστούς
Σε παλούκια
Σε αντιασφυξιογόνες
                                Και σε κομμάτια από μάρμαρο.
Πρέπει να τρέχει ματωμένη στους δρόμους
Και να παίρνει τους φασίστες από πίσω.
Να ανοίγει μύτες και να σπάει κεφάλια.

Μάθε να παρατάς το γράψιμο όταν πρέπει
Δεν είναι στο γράψιμο το θέμα.
Γράψε Ακονισμένα.
Με συνείδηση για την τροφή συνείδησης.

Αλλιώς μην γράφεις καθόλου καλύτερα

Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2013

πέντε λεπτά μετά τον θάνατο. γέννηση πρώτη



Την ώρα του χαμού
Του χαμού, που χάνονται όλα
Σαν να μην τα σκέφτηκε ποτέ ο νους
Σαν να μην τα αγάπησε ποτέ η καρδιά
Την ώρα που χάνονται όλα στους δρόμους
Στέκομαι εγώ

Εγώ.
Το πλήθος με χτυπά στα μάτια
Με σουβλίζει,
Αιματώματα οικογενειακά,
Κραυγή νούμερο εννέα:
                         Οικογενειακών υποθέσεων
Χτυπήματα πυγμάχου, απανωτά
Σαν τα χειρότερα λόγια
Σαν φρεσκοξυρισμένοι νέο-ναζι στην πλατεία
Και εγώ εκεί, το πτυσσόμενο στη τσέπη, το όπλο στη γλώσσα
Δέχομαι
Δεν αντιστέκομαι στο δώρο
Αφού “δεν θα με φτάσετε, όσους κι αν έχετε δίπλα”
Δεν έχω να χάσω σε σας τίποτα
Δεν αμύνομαι.

Ο θόρυβος των κτύπων,
Το αιώνιο ρολόι των βασανισμένων,
Της καμένης σάρκας
                          Της καμένης γης
                                                  Των καμένων παιδιών
Αντηχεί σαν το χτύπημα στην πόρτα
Του άδειου σπιτιού
Των αιώνων.
                        Σαν τον χρόνο
               Το κεφάλι
         Εμένα
Το τίποτα στα όλα, τα όλα στο τίποτα

Τιποτένιος
Ο πιο πλήρης
Εγώ.

Κραυγάζω γεμάτος από τα πάντα
Ο παντοτινός που φεύγει

Στέκομαι στο σταυροδρόμι μου
Και πάω παντού.
Επιλεγώ όλους τους δρόμους
Από εγωισμό
Από τον φόβο, τον φόβο
Σαν το Χριστό επάνω στον σταυρό που έσπασε
Σε τέσσερα δόρατα και γέννησε εχθρούς
Και έγινε αγκάθι
Αγκάθι στο πλευρό του ανθρώπου
Λεπίδα κάτω από το νύχι

Που επέλεξε την ενοχή για την αθωότητα να είναι σαν
Το διδακτικό ύφος των ποιητών που δουλεύουν ως ποιητές
Και χαίρονται
                                Όχι εγώ.

Εγώ είμαι ο σταυρός, το προδομένο σώμα
Η επιλογή
                 Η ενοχή
Των πάντων και του τίποτα
                                     Της βροχής,
                                                         Των σκυλιών,
                                                                                Των ανθρώπων
Η σκουριά στις σκάλες της φυλακής,
                                                      Του σπιτιού μου
                    Η σκουριά στα μάτια του φύλακα

Η ζέστη του πρώτου αίματος
Η ενοχή

Όχι εγώ
Το αιώνιο βουνό της άρνησης
Που ζει όρθια και όρθια πεθαίνει
Και φωνάζει ΟΧΙ την κάθε στιγμή
Και σε σκοτώνει με τα γυμνά της χέρια
Η ενοχή
Η κεφαλή
Η βελόνα
Το καρφί
Οι χαρακιές, οι χαρακιές
Το τέλος, το τέλος, το τέλος.

Τέλος